- ενθετική
- Είδος διακόσμησης με τη χρήση κομματιών ή ελασμάτων από διάφορες ύλες, όπως μέταλλα, ξύλα, μάρμαρα, μάργαρο, ελεφαντόδοντο, ημιπολύτιμοι λίθοι, τα οποία προσαρμόζονται με ποικίλες τεχνικές σε ειδικά προετοιμασμένες κοιλότητες ή εγκοπές μιας επιφάνειας και σχηματίζουν γεωμετρικά σχέδια ή παραστάσεις. Η διαφορά της από το ψηφιδωτό είναι ότι η ε. ενσφηνώνεται στην επιφάνεια, ενώ το ψηφιδωτό επικολλάται σε αυτήν και την καλύπτει. Η ε. χρησιμοποιείται στην αρχιτεκτονική διακόσμηση, στην επιπλοποιία, στη μεταλλοτεχνία και στην κοσμηματοποιία. Η αρχιτεκτονική αξιοποιεί την ε. για τη διακόσμηση δαπέδων ή τοίχων με χρωματιστά μάρμαρα, διάφορα ξύλα και άλλα υλικά.
Η τέχνη των ένθετων χρωματιστών μαρμάρων, πολύ γνωστή στους ελληνιστικούς χρόνους, διαδόθηκε τον 1o αι. μ.Χ. στη Ρώμη, για τον στολισμό δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, κυρίως των θερμών, όπου η υγρασία κατέστρεφε τις γυψώσεις και τις τοιχογραφίες, ενώ άφηνε ανεπηρέαστο το μάρμαρο. Η τεχνική των μαρμαροθετημάτων ήταν τόσο ανεπτυγμένη ώστε επέτρεπε τη δημιουργία όχι μόνο γεωμετρικών σχεδίων αλλά και παραστάσεων, που συναγωνίζονταν με τη ζωηρότητα και την πολυχρωμία τους τα ψηφιδωτά. Ο Πλίνιος διαχώριζε τους τρόπους κατασκευής των μαρμαροθετημάτων σε opus sectile και opus interrasile. Στην πρώτη περίπτωση οι μαρμάρινες πλάκες κόβονταν σε κατάλληλα σχήματα και τοποθετούνταν η μία δίπλα στην άλλη. Στη δεύτερη περίπτωση μικρότερα κομμάτια ενσφηνώνονταν στα κοιλώματα μιας μεγαλύτερης πλάκας. Τα μαρμαροθετήματα, πολύ διαδεδομένα στην παλαιοχριστιανική και στη βυζαντινή εποχή, κοσμούσαν τα δάπεδα και τους τοίχους των ναών και των πολυτελών κτιρίων (ναοί Αγίας Κωνσταντίας και Αγίας Αγνής εκτός των τοίχων στη Ρώμη, Βαπτιστήριο Ορθοδόξων και Άγιος Βιτάλιος στη Ραβένα, καθολικά μονών Οσίου Λουκά Φωκίδας, Λαύρας και Ιβήρων Αγίου Όρους, τόξα Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης κ.ά.).
Η διακόσμηση με ένθετα μάρμαρα συνεχίστηκε σε ολόκληρο τον Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση: χαρακτηριστικά έργα είναι η πρόσοψη της Σάντα Μαρία Νοβέλα στη Φλωρεντία, οι δημιουργίες των Κοσμάτι και άλλα μνημεία στη Βενετία, στη Λούκα και στην Πίζα. Με την ίδια τεχνική στη νότια Ιταλία στολίζονταν κολυμβήθρες και άμβωνες (άμβωνας της μητρόπολης του Σαλέρνο) ή κατασκευάζονταν δάπεδα με παραστάσεις, όπως στο Βαπτιστήριο της Φλωρεντίας. Στο είδος αυτό διακρίθηκαν οι καλλιτέχνες Ματέο ντι Τζοβάνι, Φραντσέσκο ντι Τζόρτζιο Μαρτίνι (που σχεδίασε το δάπεδο του παρεκκλησίου της Αγίας Αικατερίνης στην εκκλησία του Αγίου Δομίνικου στη Σιένα) και Μπεκαφούμι. Αξιόλογα μαρμαροθετημένα δάπεδα υπάρχουν επίσης στον πύργο του Αγίου Αγγέλου στη Ρώμη και στη Λαυρεντιανή βιβλιοθήκη στη Φλωρεντία. Πολύχρωμα μαρμαροθετήματα χρησιμοποιήθηκαν ευρύτατα και στην αρχιτεκτονική μπαρόκ· από τα σημαντικότερα δείγματα είναι οι διακοσμήσεις του παρεκκλησίου Σπάντα στην εκκλησία του Αγίου Ιερώνυμου του Ελέους, τις οποίες σχεδίασε ο Μπορομίνι.
Η ε. σε ξύλο αναπτύχθηκε στη δυτική Ευρώπη κυρίως στο δεύτερο μισό του 15ου αι., όταν τα αυστηρά γεωμετρικά σχέδιά της –που είχαν την προέλευσή τους σε αντίστοιχες δημιουργίες ισλαμικών εργαστηρίων– άρχισαν να ικανοποιούν τις απαιτήσεις των αρχών της ιταλικής Αναγέννησης. Από το 1460 έως το 1470 το κυριότερο κέντρο ε. σε ξύλο υπήρξε η Φλωρεντία, όπου, εκτός από το εργαστήριο των Μαϊάνο, εργάστηκαν εξαίρετοι τεχνίτες, όπως ο Φραντσέσκο ντι Τζοβάνι και ο Μπάτσιο Ποντέλι, ο οποίος το 1475 στόλισε το σπουδαστήριο του δουκικού ανακτόρου των Μοντεφέλτρο στο Ουρμπίνο με ψευδαισθητικούς πίνακες από ένθετα ξύλα, που παρίσταναν ανοιχτά ντουλάπια, κόγχες με διάφορες ανθρώπινες μορφές και παράθυρα, και κατασκεύασε, σε σχέδιο του Φραντσέσκο ντι Τζόρτζιο Μαρτίνι, τον περίφημο πίνακα του προοπτικού αρχιτεκτονήματος με το καλάθι με τα φρούτα και τον σκίουρο στο πρώτο επίπεδο και ένα απέραντο τοπίο στο βάθος. Κατά παρόμοιο τρόπο διακοσμήθηκε και ένα μικρό γραφείο στο Γκούμπιο (Νέα Υόρκη, Μητροπολιτικό Μουσείο).
Άλλο κέντρο ε. σε ξύλο ήταν η Σιένα, όπου διακρίθηκε ο Αντόνιο Μπαρίλι (παρεκκλήσιο του Αγίου Ιωάννη στη μητρόπολη της Σιένα). Η μεγάλη ακμή της ε. στη Σιένα οφείλεται στην εργασία του μοναχού Τζοβάνι ντα Βερόνα, που διακόσμησε, μεταξύ 1492 και 1499, τα στασίδια των ιερέων της Σάντα Μαρία ιν Όργκανο στη Βερόνα και κατασκεύασε 52 πίνακες για τον χορό του Μόντε Ολιβέτο, από τους οποίους οι 38 βρίσκονται σήμερα στη μητρόπολη της Σιένα. Χαρακτηριστικά της ε. του φρα Τζοβάνι είναι η ζωντάνια της, οι πολυάριθμες παραστάσεις πουλιών και τα φανταστικά αρχιτεκτονήματα. Την τέχνη των παλαιότερων αυτών δημιουργών συνέχισαν στην Τοσκάνη οι Νικολό και Αντρέα Πούτσι, οι οποίοι κατασκεύασαν απόψεις πόλεων ανάμεσα σε ανοιχτά θυρόφυλλα (Σιένα).
Με το ίδιο πνεύμα αναπτύχθηκε η ε. στη Γερμανία, ιδίως στην Αυγούστα. Τα φύλλα του ερμαρίου Βράνγκελ (1569, Ανόβερο, μουσείο Κέστνερ) είναι διακοσμημένα με ένθετες φανταστικές παραστάσεις με ερείπια, γκρεμισμένες κολόνες, γεωμετρικά σχήματα, αγγεία, προτομές, άλογα κ.ά. Το είδος αυτό δεν άργησε να παρακμάσει και η ε. περιορίστηκε στα μεταγενέστερα ευρωπαϊκά έπιπλα και στις διακοσμήσεις, σε απλούστερα γεωμετρικά ή φυτικά ποικίλματα.
Η ε. σε μέταλλο (ή δαμασκήνωση) χρησιμοποιήθηκε στην αρχαιότητα, στους βυζαντινούς χρόνους και στην Αναγέννηση για τη διακόσμηση όπλων, θυρόφυλλων, εκκλησιών, καθώς και διαφόρων αντικειμένων.
Η δαμασκήνωση, τεχνική ενθετικής με μέταλλο, χρησιμοποιήθηκε κυρίως στην Ισπανία και στο Μιλάνο από τις αρχές του 15ου αι. για τη διακόσμηση όπλων και επίσημων πριγκιπικών πανοπλιών. Στη φωτογραφία, τμήμα πανοπλίας με χρυσή δαμασκήνωση (φωτ. Igda).
Χάλκινο ελάφι με ένθετες διακοσμήσεις από ήλεκτρο (κράμα χρυσού και αργύρου)· ανάγεται στο 2000 π.Χ. και προέρχεται από τον τάφο του Αλατζά Χουγιούκ της Τουρκίας.
Η τέχνη των ένθετων χρωματιστών μαρμάρων ήταν πολύ διαδεδομένη στη Ρώμη. Στη φωτογραφία, έργο του 4ου αι. (Μουσείο Καπιτωλίου, Ρώμη).
Ανάγλυφο από ημιπολύτιμους λίθους, έργο με ένθετες διακοσμήσεις του Ιταλού Γκάσπαρε Μόλα (1580-1640).
Διακοσμητικός πίνακας του χορού του Μόντε Ολιβέτο (Σιένα), έργο του φρα Τζοβάνι ντα Βερόνα (τέλη 15oυ αι.), που αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα ενθετικής διακόσμησης.
Το σπουδαστήριο του δούκα του Μοντελφέλτρο στο ανάκτορο του Ουρμπίνο· οι ένθετες διακοσμήσεις των τοίχων είναι έργο του Μπ. Ποντέλι (1475).
Dictionary of Greek. 2013.